-
1 στήθει
στή̱θει, στῆθοςbreast: neut nom /voc /acc dual (attic epic)στή̱θεϊ, στῆθοςbreast: neut dat sg (epic ionic)στή̱θει, στῆθοςbreast: neut dat sg -
2 ἐν-αυλίζω
ἐν-αυλίζω, darin übernachten, Soph. Phil. 33, Schol. κοιμᾶσϑαι. Gew. im med., νύκτα ἐναυλίζεται Her. 1, 181; ἐν Τανάγρῃ 9, 15; ἐνηυλίσαντο Thuc. 3, 91; Folgde; τινί, an einem Orte, Plut. Sert. 8; Xen. braucht auch ἐναυλισϑῆναι, An. 7, 7, 8. – Übertr., Hippocr. ἐν τῷ στήϑει.
-
3 ὑπο-θῡμιάς
-
4 στηθος
1) грудь Hom., Xen.σ. μεταμάζιον Hom. — грудь между сосками, середина груди
2) перен. грудь, сердце, душаθυμὸν ἐνὴ στήθεσσιν ἔχειν Hom. — иметь отвагу в сердце;
πλῆρες τὸ σ. ἔχειν Plat. — быть в настроении (в ударе);ἐν τῷ στήθει ἔχειν τι Plat. — иметь что-л. на душе3) выпуклость, вздутиеτὸ σαρκῶδες (τοῦ ποδὸς) σ. (sc. ἐστίν) Arst. — мясистая часть ноги называется икрой
4) песчаная мель Polyb. -
5 νεοσσεύω
2 build a nest, Arist.HA 559a4, etc.; : metaph.,[σοφία] θεμέλιον αἰῶνος ἐνόσσευσε LXX Si.1.15
:—[voice] Pass., ὅσα ἦν νενοσσευμένα ὀρνίθων γένεα as many as had their nests, Hdt.1.159.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > νεοσσεύω
-
6 προσέχω
A hold to, offer, προσέσχε μαζὸν [δράκοντι] A.Ch. 531; hold against, [τὴν ἀσπίδα] προσῖσχε πρὸς τὸ δάπεδον Hdt.4.200
; apply,χλιάσματα Hp. Mul.2.129
.2 π. ναῦν bring a ship to port,προσσχόντες τὰς νέας Hdt.9.99
;Μαλέᾳ προσίσχων πρῷραν E.Or. 362
; τίς σε προσέσχε.. χρεία; brought thee to land here? S.Ph. 236;< ναῦν> πρὸς τὴν γῆν προσσχεῖν D.C.42.4
: more freq. without ναῦν, put in, touch at a place, προσσχεῖν ἐς Τύρον, ἐς τὴν Σάμον, etc., Hdt.1.2, 3.48, al.; πρὸς τὴν Σίφνον προσῖσχον ib.58: c. dat. loci,π. τῇ γῇ Id.4.156
;τῆς νήσου τοῖς ἐσχάτοις Th.4.30
;Λιβύῃ κατὰ τὴν Μαυρουσίαν Plu.Sert.7
: c. acc. loci, τίνι στόλῳ προσέσχες τήνδε γῆν; S.Ph. 244, cf. Plb.2.9.2: abs., land, Hdt.2.182, etc.: with words added,πλέων δι' Ἑλλησπόντου π. ἐς Κύζικον Id.4.76
, cf. 6.119;ναυσὶ προσσχεῖν Th.4.11
;τῇ νηῒ π. εἰς Ῥόδον D.56.9
; ὡς γῇ προσέξων τὸ σῶμα, of a shipwrecked sailor, Plu.2.1103e.3 turn to or towards a thing,π. ὄμμα E.HF 931
: mostly, π. τὸν νοῦν turn one's mind, attention to a thing, be intent on it,τοῖς ἀναπαίστοις Ar.Eq. 503
; ἐμοί ib. 1014, cf. 1064, X.An.2.4.2, etc.; π. τὸν νοῦν τινι give heed to him, pay court to him, Id.Cyr.5.5.40; ἑαυτῷ π. τὸν νοῦν to be thinking with himself, in a fit of abstraction, Pl.Smp. 174d; alsoπρὸς τὴν ἑαυτοῦ κατηγορίαν π. τὸν νοῦν Antipho 3.4.1
;πρὸς τούτοις Ar.Nu. 1010
; π. τὸν νοῦν μὴ.. take heed lest.., Pl.R. 432b, etc.: abs.,πρόσεχε τὸν νοῦν Cratin. 284
, Pherecr.154, Ar.Pl. 113, etc.;δεῦρο τὸν νοῦν προσέχετε Id.Nu. 575
, cf.Pl.Smp. 217b; προσεχέτω τὸν νοῦν let him take heed, as a warning, Ar.Nu. 1122; also τὴν γνώμην π. Id.Ec. 600, Th.1.95, 2.11, 5.26, 7.15;π. τὴν διάνοιαν ὡς πράξει μεγίστῃ Plu.Num.14
; but περὶ τούτου τῇ διανοίᾳ π. IG7.2225.44 (ii B.C.);π. τῇ διανοίᾳ εἰς τὸ ῥῆμα Κυρίου LXXEx. 9.21
.4 withoutτὸν νοῦν, μὴ πρόσισχε.. βουκόλοις Cratin.286
; σαυτῷ π. Ar.Ec. 294 (lyr.), X.Mem.3.7.9; π. ἑαυτοῖς ἀπό τινος to be on one's guard against, Ev.Luc.12.1; πρόσεχ' οἷς φράζω attend to what I shall tell you, Mnesim.4.21 (anap.), cf. D.10.3, etc.;π. τῶν ἐμπείρων.. ταῖς ἀναποδείκτοις φάσεσι Arist.EN 1143b11
;τῷ πολλῷ χρόνῳ Id.Pol. 1264a2
;π. τοῖς νόμοις Id.Fr. 539
; τοῖς χιλιάρχοις take orders from them, Plb. 6.37.7; alsoπ. ἐπί τινι LXX Ge.4.5
: abs.,πρόσεχε, κἀγώ σοι φράσω Athenio 1.8
; προσέχων ἀκουσάτω attentively, D.21.8;πρόσσχες An. Ox.1.121
: also c. acc.,προσέχων τε ταῦτα Critias 25.19
D.;οὐ προσέχει τὰ πράγματα Philem.73.4
;π. νόμον θεοῦ LXX Is.1.11
, cf. Ex.34.11: also π. ἀπὸ τῶν ἁγίων, τῶν γραμματέων, ib.Le.22.2, Ev.Luc.20.46;π. τοῦ μὴ φαγεῖν αἷμα LXX De.12.23
; π. ἵνα μὴ μαστιγωθῇς ib.2 Ch.25.16.b devote oneself to a thing, c. dat.,γυμνασίοισι Hdt.9.33
;τοῖς ἔργοις Ar.Pl. 553
;τοῖς ναυτικοῖς Th.1.15
;τῷ πολέμῳ Id.7.4
;πλούτῳ Pl.Alc.1.122d
;τούτῳ τῷ ἀγῶνι Lycurg.10
; τοῖς κοινοῖς, γεωργίᾳ καὶ εἰρήνῃ, Plu.Cat.Mi.19, Hdn.2.11.3, etc.:—abs., ἐντεταμένως, προθύμως π., Hdt.1.18, 8.128.6 [voice] Med., attach oneself to a thing, cling, cleave to it,ὅ τι πρόσσχοιτο τοῦ πηλοῦ τῷ κοντῷ Hdt.2.136
; , cf. Pl. 1096; : abs., οἱ πολύποδες οὕτω π. ὥστε μὴ ἀποσπᾶσθαι ib. 534b27.b metaph., devote oneself to the service of any one, esp. a god, Pi.P.6.51 (dub.).7 [voice] Pass., to be held fast by a thing, ; to be attached to it,πρὸς τῷ στήθει Hp.Art.14
; πρὸς τῷ δένδρῳ προσέχεσθαι, of gum, stick to, Thphr.HP9.4.4: metaph., to be implicated in,τῷ ἄγει Th.1.127
.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > προσέχω
-
7 ἐναυλίξω
ἐναυλ-ίξω, intr.,II [voice] Med., take up one's quarters during the night, νύκτα οὐδεὶς ἐναυλίζεται [ ἐν τῷ νηῷ] Hdt.1.181;ἐν Τανάγρῃ νύκτα ἐναυλισάμενος Id.9.15
; esp. of soldiers, take up night-quarters, bivouac, Th.3.91, 4.54, 8.33, X.An.7.7.8, etc.; (Ephesus, iii B. C.).III metaph., of diseases, lodge,ἐν τῷ στήθει Hp.Nat.Hom.12
.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ἐναυλίξω
См. также в других словарях:
στήθει — στή̱θει , στῆθος breast neut nom/voc/acc dual (attic epic) στή̱θεϊ , στῆθος breast neut dat sg (epic ionic) στή̱θει , στῆθος breast neut dat sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ελλάδα - Τέχνη (Αρχαιότητα) — ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΤΕΧΝΗ Η απαρχή της αρχαίας ελληνικής τέχνης τοποθετείται συνήθως περί το 1100 π.Χ., μετά την κάθοδο των Δωριέων. Μετά την αποκρυπτογράφηση της Γραμμικής Β’ και την ανάγνωση των πινακίδων των ανακτόρων της Πύλου, των Μυκηνών, των… … Dictionary of Greek
Μουσείο, Αρχαιολογικό Θεσσαλονίκης — Το Αρχαιολογικό Μουσείο Θεσσαλονίκης στεγάζεται από το 1962 σ’ ένα λιτό κτίριο στο κέντρο της πόλης (Μανόλη Ανδρόνικου 6), που χτίστηκε σε σχέδια του αρχιτέκτονα Πάτροκλου Καραντινού. Η αρχική έκθεση των ευρημάτων, που ολοκληρώθηκε το 1971,… … Dictionary of Greek
Μουσείο, Αρχαιολογικό Πάφου (Κύπρου), Επαρχιακό — Το μουσείο, που ιδρύθηκε το 1966 (οδός Γρίβα Διγενή), στεγάζει αρχαιολογικά ευρήματα από την επαρχία Πάφου που χρονολογούνται από τη νεολιθική έως και την ενετική εποχή. Για να αποφύγετε τη σύγχυση που μπορεί να σας δημιουργηθεί όσον αφορά στους… … Dictionary of Greek
Ρώμη — I (Rome). Όνομα δύο πόλεων των Η.Π.Α. 1. Πρωτεύουσα της περιοχής Ονέιντα, της Πολιτείας της Ν. Υόρκης (44 350 κάτ.). Είναι χτισμένη στις όχθες του ποταμού Μόουχωκ, βορειοδυτικά της Ούτικα. Πρόκειται για βιομηχανικό κέντρο και σιδηροδρομικό κόμβο… … Dictionary of Greek
ρώμη — I (Rome). Όνομα δύο πόλεων των Η.Π.Α. 1. Πρωτεύουσα της περιοχής Ονέιντα, της Πολιτείας της Ν. Υόρκης (44 350 κάτ.). Είναι χτισμένη στις όχθες του ποταμού Μόουχωκ, βορειοδυτικά της Ούτικα. Πρόκειται για βιομηχανικό κέντρο και σιδηροδρομικό κόμβο… … Dictionary of Greek
Μουσείο, Αρχαιολογικό Ερέτριας — Στη σημερινή του μορφή το Αρχαιολογικό Μουσείο της Ερέτριας εγκαινιάστηκε το 1991 (Ίσιδος & Αρχαίου Θεάτρου). Τα πιο αντιπροσωπευτικά δείγματα ανθρώπινης παρουσίας στην Ερέτρια και στην ευρύτερη περιοχή, από τη νεολιθική εποχή έως τα πρώτα χρόνια … Dictionary of Greek
Μουσείο, Αρχαιολογικό Μαραθώνος — Βρίσκεται στους πρόποδες του βουνού Αγριελίκι, πολύ κοντά στο νεκροταφείο του Βρανά (Πλαταιών 114, Μαραθώνας). Aνεγέρθηκε με δαπάνη του επιχειρηματία Ευγένιου Παναγόπουλου και εγκαινιάστηκε το 1975. Η συλλογή περιλαμβάνει σημαντικά εκθέματα από… … Dictionary of Greek
Μουσείο, Ιστορικό και Λαογραφικό Σπερχειάδας — Tο 1997 98, ο Σπερχειαδίτης βιομήχανος Αθανάσιος Δ. Ακρίτας χρηματοδότησε την ανέγερση δύο κτιρίων, σε παραδοσιακό ρυθμό. Από αυτά το ένα είναι μονώροφο, πολλαπλών χρήσεων και εκδηλώσεων, ενώ το άλλο είναι διώροφο και στεγάζει το Ιστορικό και… … Dictionary of Greek
Χιροσίμα — (1.044.118 κάτ.) της δυτικής Ιαπωνίας στο νησί Χονσού, πρωτεύουσα του ομώνυμου νομού (8.467 τ. χλμ.) και σημαντικότατο λιμάνι στην Εσωτερική Θάλασσα (Σέτο Ναϊκάι). Η X. είναι χτισμένη σε 6 νησιά, που σχηματίζονται από πολυάριθμους κλάδους του… … Dictionary of Greek
Αχελώος — I Θεός των ποταμών, γιος του Ωκεανού και της Τηθύος ή Γαίας, που το όνομά του πήρε ο ποταμός της Αιτωλοακαρνανίας. Λατρευόταν σε πολλά μέρη της Ελλάδας και ιδιαίτερα στην Ακαρνανία, όπου τελούνταν αγώνες στον Ωρωπό, στα Μέγαρα, όπου είχαν στηθεί… … Dictionary of Greek